Αρχιμουσικός - Βιολονίστας- Συνθέτης.
Σε ηλικία δέκα ετών, ξεκίνησε μαθήματα Βιολιού με τον Χ. Κελπανίδη και την Κανδρεβιώτου και τον Μάριο Βάρβογλη στα θεωρητικά, στο Ελληνικό Ωδείο ενώ αργότερα θα πάει στο Ωδείο Αθηνών, όπου και θα ολοκληρώσει τις σπουδές του, τόσο στο βιολί (καθηγητής Ιωσήφ Μπουστίντουι) όσο και στα θεωρητικά (καθηγητής Φιλοκτήτης Οικονομίδης). Αργότερα θα πάρει δίπλωμα σύνθεσης με καθηγητή τον Γ. Α. Παπαϊωάννου(1960). Με υποτροφία του Πανεπιστημίου Αθηνών, θα ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου το 1960-2, στο βιολί με τον Κράους, στα ανώτερα θεωρητικά και τη σύνθεση με τον Γκ. Μπιάλας και στη διεύθυνση ορχήστρας με τον Λέσινγκ. Κατόπιν, με υποτροφίες της Γερμανίας και Αυστρίας, θα συνεχίσει στο «Μοτσαρτέουμ» του Σάλτσμπουργκ, όπου θα αφιερωθεί στη διεύθυνση ορχήστρας (1962-5), υπό τους Χέρμαν Σέρχεν και Κ. Βίνμπεργκερ. Επίσης, θα παρακολουθήσει μαθήματα διεύθυνσης ορχήστρας στο Intern. Dirig. Praktikum του Βερολίνου. Σημαντικός σταθμός στην καριέρα του ήταν η συνεργασία του με τον διάσημο μελετητή του Μότσαρτ, Μπέρναρντ Πάουμγκαρτνερ, του οποίου υπήρξε βοηθός στην ορχήστρα Καμεράτα Ακαντέμικα του Σάλτσμπουργκ από το 1964 μέχρι το 1968.Στην αυστριακή πόλη μελέτησε σύνθεση και με τον Τσέζαρ Μπρέζγκεν, λάτρη της ελληνικής μουσικής, ο οποίος στα έργα του χρησιμοποιούσε και θέματα από την ελληνική δημοτική μουσική. Το Νοέμβριο του 1968 έγινε καλλιτεχνικός διευθυντής και αρχιμουσικός της Σουηβικής Συμφωνικής Ορχήστρας (Schwäbisches Symphonieorchester), στην πόλη Ρόιτλινγκεν. Από τη δεκαετία του ’60 ήταν μόνιμος μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και διηύθυνε τακτικά την ΚΟΑ, την ΚΟΘ (Κρατικές Ορχήστρες Αθηνών και Θεσσαλονίκης) και την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μεταξύ 1993-1999 εγκαθίσταται στην Θεσσαλονίκη και αναλαμβάνει τη καλλιτεχνική διεύθυνση της Δημοτικής Συμφωνικής Ορχήστρας,Έχει διευθύνει σημαντικές ορχήστρες της πρώην Δ. Γερμανίας και έχει εμφανιστεί σε μουσικές εκδηλώσεις πολλών μεγάλων πόλεων (Παρίσι, Ρώμη, Λισαβόνα, Λονδίνο, Βουκουρέστι, Βουδαπέστη, Μόντρεαλ κ.α.), όπου παρουσίασε έργα Ελλήνων συνθετών, πολλά σε πρώτη εκτέλεση Δίδαξε αρμονική ανάλυση στο Τμήμα Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1991 έως το 1994 και, από το 1991 είχε διδάξει αρμονική και μορφολογική ανάλυση στο Τμήμα Μουσικολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει τιμηθεί με το χρυσό μετάλλιο Λίστ του Ρόιτλινγκεν για την πλούσια μουσική δραστηριότητά του. Συμμετείχε σε διάφορες Επιτροπές διεθνών Μουσικών Διαγωνισμών («Χίντεμιτ», «Μαρία Κάλλας», κ.α.) και, είναι μέλος της Διεθνούς Επιτροπής του Ιδρύματος Κλαούντιο Αράου. Την πρωτοχρονιά του 2004 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Χρυσό Σταυρό της Τιμής.
Έργα: Τρία Τραγούδια, για βαρύτονο και ορχήστρα σε ποίηση Γ. Σεφέρη, πρώτη εκτέλεση, 1965, Σκηνική Μουσική (Το Προξενιό της Αντιγόνης του Βασίλη Ζιώγα (1962), για Ορχήστρα Εγχόρδων (Πρελούδιο και Φούγκα,1963), για μικρή Ορχήστρα (Τρεις Ελληνικοί Χοροί, 1964), Παραλλαγές πάνω στο γερμανικό λαϊκό τραγούδι, 2 Narratos - Σοπράνο & Ορχήστρα (The song of sirenes), για Σολίστ και Ορχήστρα Εγχόρδων (Είμαι ένας μουσικός και έρχομαι από τη Σουηβία, γραμμένο για παιδιά, 1978), για Μεγάλη Ορχήστρα (Τρίπτυχον (Συμφωνιέτα), 1979), Α’ βραβείο σύνθεσης στο διαγωνισμό της ΚΟΘ), Σουίτα για Μεγάλη Ορχήστρα Εγχόρδων, για Μεγάλη Ορχήστρα (Τέσσερις Ελληνικοί Χοροί, 1990), μεταγραφή για Βιολί & Πιάνο (Οι Ελληνικοί Χοροί του Σκαλκώτα, 1982), Τρίο για Βιόλα - Κλαρινέτο & Κοντραμπάσο, 1983) (στο τελευταίο μέρος, οι μουσικοί έχουν τη δυνατότητα αυτοσχεδιασμών), για Κλαρινέτο & Πιάνο (Ελληνικοί Χοροί,1983) και για Πιάνο (Μικρή Σουίτα,1964).