Γεννήθηκε: Γκελεντζίκ (Λευκή Νύφη) Κρασνοντάρ (Ρωσία)
Το 1955, ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές του στο ωδείο του
Γκελεντζίκ. Άρχισε να γράφει τα πρώτα έργα του από το 1959. Το 1963
μετέβη στην Αγία Πετρούπολη για τη συνέχιση των σπουδών. Σπούδασε σύνθεση στο
Ωδείο της πόλεως με τον Β.Ν. Σαλμάνοβ (έως το 1970), προσφέροντας εκ παραλλήλου
τις μουσικοπαιδαγωγικές υπηρεσίες του σε ωδεία και κρατικές μουσικές σχολές για
παιδιά. Το 1970 εγκαταστάθηκε μονίμως στη ρωσική
πρωτεύουσα, όπου συνέχισε τις σπουδές του στη σύνθεση στο Ωδείο της Μόσχας με
τον Α.Σ. Λέμαν. Έως το 1978 δίδαξε σύνθεση σε μοσχοβίτικες μουσικές σχολές και
συνέγραψε σημαντικά μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία («Η σύνθεση μουσικής στο
σχολείο», «Οι πηγές στη μουσική δημιουργία»). Οι συνθέσεις του χαρακτηρίζονται από το νεοκλασσικό ύφος, τον λυρισμό και
τη μελωδικότητά τους, την έξοχη ενορχήστρωση (με ιδιαίτερη αγάπη για τα
κρουστά) και τη χρήση πρωτοποριακών μουσικών μέσων άνευ ακροτήτων. Η μουσικολογική
προσέγγιση του ύφους της μουσικής δημιουργίας του Γκεόργκιεβ αναδεικνύει επιρροές απ’ το ρωσικό δημοτικό
τραγούδι και από τα έργα των κορυφαίων μουσουργών Τσαϊκόφσκυ, Προκόφιεβ,
Στραβίνσκυ, Ravel και Debussy.
Έργα: Συμφωνικά έργα: «Ο εορτασμός της Ολυμπιάδος» (1981), «Συμφωνία
αρ. 1 - Οι Προεξοχές του Ήλιου»
για ορχήστρα (1985), «Συμφωνία αρ. 2 - Μικρόκοσμος» για συμφωνική ορχήστρα και σόλο
βιολί (1991), «Αυτολογία της Αποξενώσεως»
για ορχήστρα έγχορδων, όργανο, λιτάβρα και καμπάνες (2002), «Η Αρχιτεκτονική των Οικοδομημάτων της
Μόσχας» για ορχήστρα (2004), Καντάτες και
ορατόρια: «Ντον»-καντάτα
για σολίστ, χορωδία και ορχήστρα σε ρωσική δημοτική ποίηση (1987), «Το Πεπρωμένον Φυγείν Αδύνατον» για σολίστ,
χορωδία και ορχήστρα (1998). Το κορυφαίο αυτό έργο είναι αφιερωμένο στη μνήμη όλων των αδίκως καταδικασμένων, χαμένων
και βασανισμένων. Βασίζεται σε κείμενα της ποιήτριας Α. Αχμάτοβα, σε αρχαιοελληνικά
(Αισχύλος, Οβίδιος) και θρησκευτικά (Ψαλμοί του Δαβίδ, Αποκάλυψις- σε λατινική
γλώσσα, ορθόδοξοι ψαλμοί στη σλαβονική).
Το έργο δυστυχώς δεν έχει ακόμη παρουσιασθεί ενώπιον κοινού λόγω μη εγκρίσεως
κρατικής χρηματοδοτήσεως, αν και διάσημοι Ρώσοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι (ο
διευθυντής ορχήστρας Γ. Ροζντεστβένσκυ,
οι σκηνοθέτες Μ. Χουτσίεβ, Λ.Μ. Ζαχάροβ
και οι ακαδημαϊκοί Ε. Βελίχοβ και Σ. Κάπιτσα) υπέγραψαν κείμενο για την
αναγκαιότητα παρουσιάσεως του έργου στην Ρωσία, Μουσική δωματίου: «Κουαρτέτο εγχόρδων» (1970), «Μύθοι
της αρχαίας Ελλάδας - 7 κομμάτια για πιάνο» (1978), «Σονάτα για
σόλο βιολί» (1987), «Ρωσική Μουσική Δωματίου» για 6 πνευστά, 2
βιολοντσέλα και κρουστά, «Anatome Encosmia» για βαρύτονο και 5 όργανα (1992), «Campane Nostrae Pueritiae» για 3 κρουστούς (1997. Παρουσιάστηκε το 2001 στο 23ο Φεστιβάλ
«Το Φθινόπωρο της Μόσχας», «In Μemoriam de Functorum» για σόλο βιολί (1999. Αφιερωμένο στον δάσκαλό του,
Α.Σ. Λέμαν), Χορωδιακά έργα: «Η καθησύχαση» -τρίπτυχο
για μικτή χορωδία σε ποίηση του Φ. Τιούτσεβ (1993), «Η Άρπα του Αιόλου των Βορείων Θαλασσών» για γυναικεία και
παιδική χορωδία, πιάνο και κρουστά, σε ρωσική δημοτική ποίηση ( 2000) και Ηλεκτρονική Μουσική (Χαρούμενα πουλιά).